Tuesday, April 24, 2007

Brilhos do Carnaval (Πεντέμισι μερόνυχτα)


Salvador, πρωτεύουσα της Bahia, Παρασκευή βράδυ στο φόρτε του Φλεβάρη. Αφροβραζιλιάνικες δοξασίες, καποέιρα, μουσικές, χρώματα, οσμές,
τα trios electricos ανεβάζουν τα ντεσιμπέλ.
Η ανθρώπινη μάζα, ένας πίνακας φλου σε αέναη κίνηση...



Πεντέμισι μερόνυχτα αιρετικά, για ν’ ανατρέψουν ρόλους και οριοθετήσεις, να καταργήσουν φραγμούς και κοινωνικές διακρίσεις, ο χορός δρα εξισωτικά, συνενώνει κι απογειώνει, γκρεμίζει αξίες του στυλ «ξέρεις ποιός είμαι εγώ», λατρεύει ένα και μόνο Θεό,
το κορμί που λικνίζεται κι εκτίθεται στα σοκάκια και τις λεωφόρους.









Μαύρα, λευκά, μιγάδικα κορμιά σε λυτρωτική απόδραση, γοφοί, χέρια, μέση, καμπύλες να διεκδικούν λίγο χώρο μέσα στη μαγευτική αταξία της μάζας που στροβιλίζεται, χοροπηδά, σπρώχνεται, φρακάρει και ξαναπλώνει, ξυπόλητα πόδια πλάι σε κατάλευκα σπορτέξ, σαρκώδη χείλια πλάι σε φίνα χειλάκια, ζέστη κι αποπνικτικά και κολλητά-κολλητά, τα τύμπανα να τρυπάνε τα στομάχια, άδεια στομάχια και παραγεμισμένα στομάχια, σταγόνες ιδρώτα ν’ αστράφτουν στα τατουάζ, μυρουδιές από ιδρώτα, μπύρα και κάτουρο να ποτίζουν τους πόρους και τον αέρα...








Κι εσύ με την αδρεναλίνη στα ύψη κι απίστευτες αντοχές, παρασυρμένος από ένα παραλήρημα διασταυρούμενων θορύβων και μουσικών,
ανάμεσα στο χορό, το τρεχαλητό και τις ολιγόλεπτες ανάπαυλες καταμεσής του δρόμου, αντέχοντας τις αγκωνιές, τα στιγμιαία γρονθοκοπήματα και τα κλεφτρόνια με το χέρι στις τσέπες σου, συνεχίζεις ατάραχα με φανελάκι, βερμούδα και λίγα ψιλά στο παπούτσι
και τότε ανακαλύπτεις πως βγήκες έξω από αυτό που νόμιζες ότι ήταν τα όριά σου, και σου φαίνεται τόσο απίστευτα οικεία αυτή η άγρια ομορφιά...




Salvador de Bahia, ciudad mística de Brasil, donde los Orixas, dioses oriundos de África, se mezclan con los santos católicos, así como se mezclan las razas y los colores. Salvador, tierra de la fiesta popular más grande del mundo, "o carnaval da rua ", donde el pueblo toma las avenidas en un gesto dionisiaco... Divisiones y preconceptos sociales desaparecen durante 5 1/2 días y noches, pues lo que más vale ya no es el estatus social, el dinero, el poder, sino la agilidad de mover pies, manos, cadera; el valor es el cuerpo humano convertido en movimiento constante, delirio, baile, ritual... Multitudes que se unen en un ir y venir de sensualidad y de alegría. "Blocos" que corren y saltan al ritmo frenético de los "tríos eléctricos" -la canción dice: "Atrás do trio elétrico só não vai quem já moreu". Cortejos que siguen los pasos de los rituales afros al mando de los tambores... Todo es una embriaguez de alegría, un movimiento incesante. No se presta para observar, admirar los disfraces, mirar desde una distancia que separa la seguridad de la locura. Para vivir la magia del Carnaval, uno tiene que salir de su piel,
vaciarse de prejuicios, miedos y penas, renacer y mezclarse con la gente, unirse con la masa, dejarse llenar y llevar por la música, ¡Sentir!

Sunday, April 15, 2007

Carla, Bebey & Sem Lee (Sueños tan violentamente dulces)

Το ίδιο απόβραδο που η Κάρλα θα συναντήσει στη Ματαγάλπα τις φίλες της για να παίξουν "τα καλλιστεία", μπροστά στην ανοιχτή τηλεόραση μιας παράγκας που η φαντασία βάφτισε σπίτι, ο Μπέμπε θα παίζει ποδόσφαιρο στην άμμο κάτω από τ'αστέρια της Λουάντα, με την ελπίδα να μοιάσει κάποτε στο Ροναλντίνιο. Όσο για το Σεμ-Λι, θα δοκιμάζει ένα ακόμη τσαλαβούτημα στους λάκους που ξεχειλίζουν από την ξαφνική νεροποντή της Μπανκόγκ. Η νύχτα θα βάψει με χίλια χρώματα τα όνειρά τους, κι όλο το βάρος από τη δουλιά στις μπανανοφυτείες, το πούλημα λουλουδιών στα φανάρια, το τρεχαλητό ανάμεσα στο σχολείο και τα μικροθελήματα, θα εξαφανιστεί γλυκά. Αύριο ξημερώνει μια καινούργια μέρα.
Ίσως καλύτερη, ποιός ξέρει...

Οι μικρές χαρές κι άλλες τόσες λύπες, οι σκληρές κι έπειτα πάλι λυτρωτικές στιγμές που γεμίζουν τη μέρα της Κάρλα, του Μπέμπε και του Σεμ-Λι, θα μπορούσαν να είναι παραλλαγές της ίδιας καθημερινής ιστορίας εκατομμυρίων παιδιών στο λεγόμενο "Τρίτο Κόσμο". Καθρέφτης της ίδιας της κοινωνίας τους, όμως με λίγο περίσσευμα ζεστασιάς κι ελπίδας. Γιατί ακόμα κι όταν η ζωή έχει πρόωρα υψώσει το τείχος του ανέφικτου, τα παιδιά δεν θέλουν να ξέρουν τίποτα για κάποιο "κατώτερο Θεό".



El mismo atardecer en que Carla encontrará a sus amiguitas en Matagalpa para jugar a ser reinas en la estrechez de su rancho, Bebe estará jugando fútbol en la arena bajo las estrellas de Luanda, anhelando ser Ronaldinho un día; mientras Sem Lee se revolcará en los charcos de agua que dejó el último aguacero de Bangkok. La noche pintará con mil colores sus sueños, y toda la pesadez del trabajo en los cafetales, la venta de flores en los semáforos, el ir y venir entre la escuela y el sustento, desaparecerá dulcemente. Mañana amanece un nuevo día. Tal vez mejor, quien sabe...































































































































Quisiera que estas imágenes sean una ventana al mundo, que nos invita a contemplar la vida de millones de niños en los cuatro rincones del planeta, sin simplificaciones sobre la "inocencia infantil" o dramatismo por la "tragedia de los pobres niños". Así como la vida misma, la cotidianidad de los niños está llena de una diversidad donde coexisten el dolor y la alegría, la violencia y la ternura. Con la única diferencia que sus sueños tan violentamente dulces están cargados de esperanza, justamente por ser niños.